- χαράγγελος
- χαράγγελοςmessenger of joymasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χαράγγελος — ὁ, Α (κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) αυτός που αναγγέλλει χαρμόσυνες ειδήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαρά + ἄγγελος «αγγελιαφόρος»] … Dictionary of Greek